Katerina Anghelaki-Rooke: Te olvido con pasión

Dice Penélope    


And your absence teaches me
what art could not
             DANIEL WEISSBORT  


No tejía, no hilaba, 
un escrito comenzaba y borraba 
bajo el peso de la palabra 
porque obstaculiza la perfecta expresión 
cuando al interior el dolor le apremia. 
Y pese a que la ausencia es el tema de mi vida 
—ausencia de vida—
en el papel aparecen los llantos
y el dolor natural del cuerpo
que se endurece.
Borro, rasgo, ahogo
los gritos vivos
«dónde estás, venga, te espero
esta primavera no es como las otras»
y recomienzo de mañana
con nuevas aves y níveas sábanas
que se secan al sol.
Nunca estarás aquí
para regar las flores con la manguera
para que goteen las vetustas techumbres
cargadas de lluvia
y para que se diluya mi
personalidad en la tuya
tranquila, otoñalmente…
Tu electo corazón
—electo porque lo escogí—
siempre estará en otra parte
y yo con palabras cortaré
las hebras que me atan
al hombre preciso
al que anhelo
hasta que Odiseo devenga símbolo de Nostalgia
y surque los mares
en la mente de cada cual.
Te olvido con pasión
cada día
para que te purgues de los pecados
de la dulzura y del olor
y limpísimo ya
entres en la inmortalidad.
Es un trabajo duro e ingrato.
Mi único pago si comprendo
al final qué presencia humana
qué ausencia
o cómo funciona el ego
en tanto erial, en tanto tiempo
que para nada interrumpe el mañana
todo el cuerpo se reconstruye
se levanta y cae sobre la cama
como si lo apaleasen
ora enfermo ora enamorado
con la esperanza de
que lo que pierda en tacto
lo gane en esencia.



Λέει η Πηνελόπη


And your absence teaches me
what art could not
DANIEL WEISSBORT

Δεν ύφανα, δεν έπλεκα,
ένα γραπτό άρχιζα, και έσβηνα
κάτω απ’ το βάρος της λέξης
γιατί εμποδίζεται η τέλεια έκφραση
όταν πιέζετ’ από πόνο το μέσα.
Κι ενώ η απουσία είναι το θέμα της ζωής μου
–απουσία από τη ζωή–
κλάματα βγαίνουν στο χαρτί
κι η φυσική οδύνη του σώματος
που στερείται.
Σβήνω, σχίζω, πνίγω
τις ζωντανές κραυγές
«που είσαι, έλα, σε περιμένω
ετούτη η άνοιξη δεν είναι σαν τις άλλες»
και ξαναρχίζω το πρωί
ε νέα πουλιά και λευκά σεντόνια
να στεγνώνουν στον ήλιο.
Δεν θα ’σαι ποτέ εδώ
με το λάστιχο να ποτίζεις τα λουλούδια
να στάζουν τα παλιά ταβάνια
φορτωμένα βροχή
και νά ’χει διαλυθεί η δική μου
μες στη δική σου προσωπικότητα
ήσυχα, φθινοπωρινά...
Η εκλεκτή καρδιά μου
–εκλεκτή γιατί τη διάλεξα–
θά ’ναι πάντα αλλού
κι εγώ με λέξεις θα κόβω
τις κλωστές που με δένουν
με τον συγκεκριμένο άντρα
που νοσταλγώ
όσο να γίνει σύμβολο Νοσταλγίας ο Οδυσσέας
και ν’ αρμενίζει τις θάλασσες
στου καθενός το νου.
Σε λησμονώ με πάθος
κάθε μέρα
για να πλυθείς από τις αμαρτίες
της γλύκας και της μυρωδιάς
κι ολοκάθαρος πια
να μπεις στην αθανασία.
Είναι σκληρή δουλειά και άχαρη.
Μόνη μου πληρωμή αν καταλάβω
στο τέλος τι ανθρώπινη παρουσία
τι απουσία
ή πως λειτουργεί το εγώ
στην τόσην ερημιά, στον τόσο χρόνο
πως δεν σταματάει με τίποτα το αύριο
το σώμα όλο ξαναφτιάχνει τον εαυτό του
σηκώνεται και πέφτει στο κρεβάτι
σαν να το πελεκάνε
πότε άρρωστο και πότε ερωτευμένο
ελπίζοντας
πως ό,τι χάνει σε αφή
κερδίζει σε ουσία.


KATERINA ANGHELAKI-ROOKE (1939 / 2020, Atenas, Grecia)
Fuente: Revista Fogal
Enlaces: 
■ Festival de poesía de Medellín
■ Levure littéraire (en inglés)
Imagen: Facebook

0 Comentarios